Galerie Alice Pauli, Λωζάννη
Ιδιωτική συλλογή, από το 1984
Balthus: Disegni e acquarelli, Σπολέτο, Pallazo Racani-Arroni, 22 Ιουνίου-31 Ιουλίου 1982, αρ. 77, εικ. σ. 76
Galerie Alice Pauli: Paintings, Drawings and Water-colours, Σικάγο, Chicago Art Fair, 19-24 Μαΐου 1983, αρ. 4
Balthus, Κυότο, Museum of the City of Kyoto, 17 Ιουνίου-22 Ιουλίου 1984, αρ. 49, εικ. σ. 88
Balthus, Άνδρος, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης-Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, 30 Ιουνίου-17 Σεπτεμβρίου 1990, αρ. 96, εικ. σ. 120 (η έκθεση μεταφέρθηκε στη Ρώμη, υπό την αιγίδα της Ακαδημίας της Γαλλίας στη Ρώμη, Villa Medici, 9 Οκτωβρίου-18 Νοεμβρίου 1990, κατ. Balthus a la Villa Medici, εικ. σ. 172)
Balthus, Zeichnungen, Βέρνη, Kunstmuseum, 18 Ιουνίου-4 Σεπτεμβρίου 1994, αρ. 48, εικ. σ. 72
Balthus, Μαδρίτη, Museo Nacional Centro de Arte Reina Sofía, Ιανουάριος-Μάρτιος 1996, εικ.
Ματιές στον αιώνα, Άνδρος, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης-Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, 28 Ιουνίου-20 Σεπτεμβρίου 1998, σσ. 116-117, εικ. σ. 117
Giovanni Carandente, Drawings and Watercolours, Λονδίνο, Thames and Hudson, 1983, εικ. 77, σ. 76 (έκδοση στα αγγλικά του πρωτότυπου Balthus: Disegni e acquarelli)
Κατά τη διαμονή του στη Ρώμη ως διευθυντής στη Βίλλα των Μεδίκων, ο Balthus αφήνει κατά μέρος τη δουλειά στον καμβά και στρέφεται στο χαρτί. Τότε ζωγραφίζει αρκετές νεκρές φύσεις και συνθέσεις με άνθη όπου αναδεικνύονται, όπως σε προηγούμενες δουλειές του, η μαστοριά του στο χρώμα, η προσοχή στη λεπτομέρεια και η ανάγκη να περιεργάζεται επί ώρες το μοτίβο προκειμένου να συλλάβει την ουσία, να του δώσει ζωή.
Στη Νεκρή φύση με φρούτα η απόδοση τιμής στον Cézanne είναι προφανής. Όπως διηγείται ο ίδιος: «Διατηρώ μια πολύ καθαρή ανάμνηση από ένα ταξίδι στην Προβηγκία με τους γονείς μου, όταν ήμουν πέντε ετών, μια λέξη επαναλαμβανόμενη στις συζητήσεις, που τη συγκράτησα και δεν με εγκατέλειψε ποτέ: Cézanne, Cézanne… η λέξη ακουγόταν σαν φυλακτό, σαν σύνθημα, σαν μαγικό ξόρκι. Κατάλαβα το γιατί όταν έφτασα σε ηλικία που ανακάλυψα τη ζωγραφική του, η οποία από την πρώτη στιγμή μου φάνηκε πολύ καινούρια, ότι μπορούσε να φτάσει στη μυστική πλευρά των πραγμάτων […]».
Όσο για την πρακτική της ακουαρέλας, ο Balthus ακολουθεί το δρόμο που είχε ανοίξει ο μεγάλος δάσκαλος: ανάδειξη των όγκων μέσα από καθαρά αλλά λεπτά περιγράμματα και επιδέξια εναρμόνιση των χρωμάτων· προτεραιότητα του θέματος μέσα στη σύνθεση, με το φόντο συνοπτικά επεξεργασμένο· επιθυμία να προβάλει το άψυχο με την ίδια επιμέλεια, την ίδια αγάπη σχεδόν όπως κάνει με το ζωντανό. Παρ’ όλα αυτά, σαν να ήθελε να πάρει αποστάσεις από την επιβλητική, σχεδόν συντριπτική σκιά που έριχνε πάνω του ο Cézanne, ο Balthus διαλέγει τα δικά του φρούτα: ροδάκινα, μπανάνες, σταφύλια, κορόμηλα και βερίκοκα μας κάνουν να αφήσουμε το νότο της Γαλλίας και να βρεθούμε στο γλυκύτερο κλίμα της Ρώμης. Η κυριαρχία του κίτρινου φωτίζει τη σύνθεση με τη ζεστασιά που δίνει το κόκκινο-πορτοκαλί στα έργα του Cézanne. Όσο για την προοπτική, την υπαινίσσεται επιδέξια μία γωνία του δίσκου, πάνω στον οποίο είναι τοποθετημένη η κανάτα με το νερό, επίσης δουλεμένη συνοπτικά αλλά αποτελεσματικά.
.