Κληροδότημα Pierre Bonnard, αρ. 99
Charles Terrasse, Φονταινεμπλώ (δώρο του θείου του, Pierre Bonnard), 1964
Sam Salz Inc., Νέα Υόρκη
Ιδιωτική συλλογή, από το 1966
Bonnard and his Environment, Νέα Υόρκη, Museum of Modern Art, 5 Οκτωβρίου-29 Νοεμβρίου 1964, Λος ‘Αντζελες, County Museum of Art, 31 Μαρτίου-31 Μαΐου 1965, αρ. 14 στο συμπληρωματικό φυλλάδιο του καταλόγου της έκθεσης στο Λος Άντζελες
Bonnard, Παρίσι, Centre Georges Pompidou-Musée National d’art Moderne, 23 Φεβρουαρίου-21 Μαΐου 1984, αρ. 35, εικ. σ. 119, Ουάσιγκτον, The Phillips Collection, 9 Ιουνίου-20 Αυγούστου 1984, Ντάλας, Museum of Art, 16 Σεπτεμβρίου-20 Νοεμβρίου 1984, αρ. 34, εικ. σ. 175
Pierre Bonnard, Ζυρίχη, Kunsthaus, 14 Δεκεμβρίου 1984-10 Μαρτίου 1985, αρ. 115, εικ. σ. 231
Pierre Bonnard et son monde enchanté, Λωζάνη, Fondation de l’Hermitage, 7 Ιουνίου-6 Οκτωβρίου 1991, αρ. 61, εικ.
Κλασικοί της μοντέρνας τέχνης, Άνδρος, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, 27 Ιουνίου-19 Σεπτεμβρίου 1999, σ. 94-97, εικ. σσ. 95, 97
Le nu au XXe siècle, Σαιν-Πωλ-ντε-Βανς, Fondation Maeght, 4 Ιουλίου-30 Οκτωβρίου 2000, αρ. 13
Pierre Bonnard, l’œuvre d’art, un arrêt du temps, Παρίσι, Musée d’art Moderne de la Ville de Paris, 2 Φεβρουαρίου-7 Μαΐου 2006, αρ. 69, σ. 216, εικ. σ. 217
Jean & Henry Dauberville, Bonnard, Catalogue Raisonné de l’Œuvre Peint, Παρίσι, 1965, τόμ. III (1920-1939), αρ. 1364, εικ. σ. 296
Michel Terrasse, Bonnard et Le Cannet, Παρίσι, Herscher, 1987, εικ. σ. 95
Julian Bell, Bonnard, Λονδίνο, Phaidon Press Limited, 1994, αρ. 37, σ. 104
Nicholas Watkins, Bonnard, Λονδίνο και Νέα Υόρκη, Phaidon, 1994, αρ. 151, σ. 198
John Elderfield, «Seeing Bonnard», Bonnard, κατάλογος έκθεσης, Λονδίνο, The Tate Gallery, Νέα Υόρκη, Museum of Modern Art, 1998, εικ. 17, εικ. σ. 39
Timothy Hyman, Bonnard, Λονδίνο, Thames and Hudson, 1998, εικ. 133, εικ. σ. 165
Το θέμα της γυναίκας που πλένεται κατέχει σημαντική θέση στο έργο του Bonnard. Συνδέεται στενά με το πρόσωπο της Marthe de Méligny, συντρόφου του Bonnard από το 1893 και συζύγου του από το 1925. Ο ζωγράφος γοητεύεται τόσο πολύ από το γυμνό σώμα της, ώστε το φωτογραφίζει σε πολλές ευκαιρίες και το ζωγραφίζει ακούραστα.
Αρχικά τη ζωγραφίζει ενώ πλένεται μέσα σε ένα μαστέλο, αγαπημένο θέμα του Edgar Degas. Τον απασχολούν κυρίως οι διάφορες θέσεις που πρέπει να παίρνει το μοντέλο για να πλυθεί, ενώ ασχολείται πολύ λίγο με το πρόσωπο και τις γύρω λεπτομέρειες. Αργότερα το μαστέλο δίνει τη θέση του σε μια μπανιέρα. Η Marthe, μάλλον λόγω αναπνευστικής ευπάθειας, περνά πολλές ώρες μέσα στο λουτρό, βυθισμένη στο νερό. Εκείνος ο προσωπικός χώρος κινεί το ενδιαφέρον του Bonnard, που στο εξής απεικονίζει με λεπτομέρειες τη διακόσμηση και την επίπλωσή του. Το παράθυρο του δίνει την ευκαιρία να αναλύει τις παραλλαγές του φωτός επάνω στα πλακάκια και το λινόλεουμ. Το βάθος της μπανιέρας τού επιτρέπει να επικεντρώνεται στο βυθισμένo στο νερό σώμα και να αναλύει σχολαστικά πώς η διάθλαση του φωτός τροποποιεί την όψη του δέρματος. Κάποιες φορές της δίνει την όψη ενός παλλόμενου, αισθησιακού σώματος, που η ομορφιά του διεγείρει τον πόθο. Άλλοτε πάλι, την περιγράφει μελανή και άκαμπτη σαν πτώμα.
Συχνά, στους πίνακες όπου η Marthe απαθανατίζεται στο λουτρό της, μας προσφέρει την εικόνα ενός σώματος ακίνητου, αφημένου στη χαλάρωση της ευχάριστης στιγμής. Σε σπάνιες περιπτώσεις, όπως στο παρόν έργο, ξαφνικά ζωντανεύει, δείχνοντας αφάνταστη ευλυγισία και ενεργητικότητα. Κριτικοί και ιστορικοί τέχνης συμπίπτουν στην έκπληξή τους για το υπερβολικά επίμηκες γυναικείο σώμα που μοιάζει να ισορροπεί στην ολισθηρή επιφάνεια της μπανιέρας. Την αίσθηση κυματισμού ενισχύει το γεγονός ότι οι αρμοί στα πλακάκια και το χείλος της μπανιέρας ακολουθούν γραμμές παράλληλες προς τη Marthe, το κεφάλι της οποίας βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο του πίνακα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, ανυψώνεται σε ένα μυστηριώδες είδωλο που, παρά την κεντρική θέση του στη σύνθεση, μοιάζει έτοιμο να δραπετεύσει από το παράθυρο. Το πρόσωπο, καλυμμένο με μοβ τόνους, παραμένει αινιγματικό, αγνώριστο.
Η εναλλαγή ανάμεσα σε ρεαλιστικές ζώνες, ζωγραφισμένες με ακρίβεια –το λινόλεουμ, το χαλάκι του μπάνιου, τα πλακάκια, η τσαγιέρα, το τραπέζι– και επιφάνειες σκιαγραφημένες –τα υφάσματα επάνω στην καρέκλα, η αριστερή γάμπα, το πρόσωπο, το παράθυρο– μόνο δυσάρεστη δεν είναι. Η αριστοτεχνική επεξεργασία του χρώματος ενοποιεί το σύνολο και κάνει απολύτως λογική την περίπλοκη και εξεζητημένη προοπτική. Ο θεατής βυθίζεται στη σκηνή σε τέτοιο σημείο ώστε όταν ξαναβγαίνει από αυτή αισθάνεται σαν ηδονοβλεψίας σχεδόν, που έχει δει περισσότερα από όσα θα ήθελε ο ίδιος να δει. Έτσι, ο Bonnard, χάρη στον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται το χρώμα, ξαναδίνει στη σύνθεση όλη την αρμονία της.
.