Ambroise Vollard, Παρίσι
Kojiro Matsukata, Κόμπε και Παρίσι
Ιδιωτική συλλογή, Γερμανία
Wildenstein & Co., Νέα Υόρκη
Ιδιωτική συλλογή, από το 1957
For the Connoisseur - Watercolors and Drawings through Five Centuries, Νέα Υόρκη, Wildenstein & Co., 24 Σεπτεμβρίου-31 Οκτωβρίου 1956, αρ. 48
Cézanne, Νέα Υόρκη, Wildenstein & Co., 5 Νοεμβρίου-5 Δεκεμβρίου 1959, αρ. 81, εικ.
Cézanne Watercolours, Νέα Υόρκη, Knoedler Galleries, Απρίλιος 1963, αρ. 59, εικ. σ. 54
Aquarelles de Cézanne, Παρίσι, Galerie Bernheim-Jeune, Ιανουάριος-Μάρτιος 1971, αρ. 17
Paul Cézanne Aquarelle 1866-1906, Τύμπιγκεν, Kunsthalle, 16 Ιανουαρίου-21 Μαρτίου 1982, Ζυρίχη, Kunsthaus, 2 Απριλίου-31 Μαΐου 1982, αρ. 58, εικ.
Κλασικοί της μοντέρνας τέχνης, Άνδρος, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, 27 Ιουνίου-19 Σεπτεμβρίου 1999, σσ. 50-51, εικ. σ. 51
Lionello Venturi, Cézanne, Son Art - Son Œuvre, Παρίσι, Paul Rosenberg, 1936, αρ. 1531
Art News, Οκτώβριος 1956, σ. 6
Art Digest, Οκτώβριος 1956, σ. 54
Arts, Νοέμβριος 1959, σ. 27, εικ.
Theodore Reff, «A New Exhibition of Cézanne», Burlington Magazine, τόμ. 102, τ. 684, Μάρτιος 1960, αρ. 26, σ. 118
John Rewald, Paul Cézanne: The Watercolours. A Catalogue Raisonné, Βοστώνη, 1983, αρ. 489
Η ακουαρέλα χρησιμοποιήθηκε παραδοσιακά ως προπαρασκευαστική διαδικασία της ζωγραφικής σε καμβά. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ελάχιστοι καλλιτέχνες τοποθετούσαν την ακουαρέλα στο ίδιο επίπεδο με την ελαιογραφία και δεν δίσταζαν να τη βλέπουν ως ένα εξίσου ευγενές μέσο έκφρασης. Στην εν λόγω μειοψηφία ανήκε και ο Cézanne.
Το ενδιαφέρον του Cézanne για την ακουαρέλα δεν οφειλόταν στο στοιχείο του αυθόρμητου που έχει η συγκεκριμένη τεχνική, αλλά στη δυνατότητα να αναπαριστά με πολύ περιορισμένη γκάμα χρωμάτων τα πιο περίπλοκα θέματα μέσα σε μια ποικιλία αποχρώσεων που προέκυπτε από την επίθεση πινελιών, τη μία πάνω στην άλλη, λιγότερο ή περισσότερο διαλυμένων στο νερό. Επομένως, όταν δούλευε τις ακουαρέλες του, ο Cézanne χρειαζόταν τόσο χρόνο όσο και για τους καμβάδες, αφού έπρεπε να περιμένει υπομονετικά μέχρι να στεγνώσουν οι διαδοχικές στρώσεις για να συνεχίσει. Επιπλέον, ο Cézanne πάντα το θεωρούσε θέμα τιμής να εκθέτει τις δύο τεχνικές μαζί, στις σπάνιες ευκαιρίες που του δόθηκαν όσο ζούσε.
Όπως συμβαίνει συχνά με τον Cézanne, μόνο η μακρά παρατήρηση ενός έργου αποκαλύπτει το ταλέντο του δημιουργού, κι αυτό ισχύει ειδικά για την Εκκλησία του Μοντινύ-συρ-Λουέν. Εκ πρώτης όψεως, δεν έχει τίποτε ιδιαιτέρως θελκτικό: τα χρώματα που έχουν χρησιμοποιηθεί είναι ουδέτερα, το τοπίο μοιάζει με τυπικό τοπίο της γαλλικής υπαίθρου, η γεωμετρική σύνθεση δεν παρουσιάζει καμία πρωτοτυπία. Ύστερα όμως από λίγα λεπτά προσεκτικής παρατήρησης, η επιφυλακτικότητα παραχωρεί τη θέση της στην έκπληξη και στο θαυμασμό. Κατ’ αρχάς, ο θεατής συνειδητοποιεί ότι το σύνολο της σύνθεσης δεν χρειάστηκε παρά μόνο τρία χρώματα: γαλάζιο, πράσινο και καφέ. Αυτό που εγείρει με τόση ζωντάνια το αθέατο σχεδίασμα που βρίσκεται από κάτω είναι η διαδοχική επίθεση πινελιών με τα τρία χρώματα, λιγότερο ή περισσότερο διαλυμένα. Ειδικά το γαλάζιο έχει χρησιμοποιηθεί για να αναπαραστήσει και τα αρχιτεκτονικά περιγράμματα, κάτι που προσδίδει βουκολική ατμόσφαιρα στο σύνολο. Το δεύτερο στοιχείο που κινεί το ενδιαφέρον είναι η προοπτική. Και εδώ, ο Cézanne δεν αρκέστηκε στον εύκολο τρόπο, που θα ήταν προφανώς να δώσει μια πιο γενική έποψη του χωριού και να ενσωματώσει την υπέροχη θέα προς τον Λουέν. Το τοπίο καθαυτό μοιάζει να έχει λίγη σημασία τελικά· προέχει ο τρόπος με τον οποίο το προσλαμβάνει ο ζωγράφος.
Το προβάδισμα της πρόσληψης έναντι του ρεαλισμού μάς θυμίζει τα λόγια του Cézanne: «[…]να δουλεύετε τη φύση με τον κύλινδρο, τη σφαίρα, τον κώνο, όλα βαλμένα σε προοπτική, δηλαδή η κάθε πλευρά του αντικειμένου, του σχεδίου, να κατευθύνεται προς ένα κεντρικό σημείο. Οι παράλληλες γραμμές του ορίζοντα δίνουν το πλάτος, δηλαδή ένα τμήμα της φύσης […] Οι κάθετες προς τον ορίζοντα γραμμές δίνουν το βάθος. Και για εμάς τους ανθρώπους, η φύση έχει περισσότερο βάθος παρά πλάτος». Τα σπίτια και η εκκλησία του Μοντινύ-συρ-Λουέν μοιάζουν να τηρούν απολύτως αυτό το δίδαγμα στην ακουαρέλα μας, στην οποία αναγνωρίζουμε τα τόσο σημαντικά στα μάτια του μαιτρ γεωμετρικά σχήματα.
.