Annette Giacometti (σύζυγος του καλλιτέχνη), Παρίσι
Thomas Gibson Fine Art, Λονδίνο
Ιδιωτική συλλογή, από το 1979
Thirteen Bronzes: Alberto Giacometti, Λονδίνο, Thomas Gibson Fine Art, 1977, αρ. 6, εικ. σ. 33
Alberto Giacometti, Άνδρος, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης-Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, 28 Ιουνίου-6 Σεπτεμβρίου 1992, αρ. 73, σ. 122, εικ. σ. 123 και στο εξώφυλλο
Κλασικοί της μοντέρνας τέχνης, Άνδρος, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης-Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, 27 Ιουνίου-19 Σεπτεμβρίου 1999, σσ. 128-131, εικ. σσ. 129, 131
Peter Selz (εισαγωγή), Alberto Giacometti, Νέα Υόρκη, The Museum of Modern Art, 1965, σ. 69, αρ. 53 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Franz Meyer, Alberto Giacometti: Eine Kunst existentieller Wirklichkeit, Φράουενφελντ και Στουτγκάρδη, Huber Verlag, 1968, σ. 196 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Reinhold Hohl, Alberto Giacometti, Λωζάννη, Clairefontaine, 1971, σ. 119 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Reinhold Hohl, Alberto Giacometti: Sculpture, Painting, Drawing, Λονδίνο, Thames and Hudson, 1972, σ. 119
Bernard Lamarche-Vadel, Alberto Giacometti, Παρίσι, Tabard, 1984, σ. 144 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Peter Beye, Alberto Giacometti, κατ. έκθ., Βερολίνο, Nationalgalerie, 9 Οκτωβρίου 1987-3 Ιανουαρίου 1988, σσ. 104, 112, 142 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Valerie Fletcher, Alberto Giacometti, 1901-1965, κατ. έκθ., Ουάσιγκτον, Hirshhorn Museum and Sculpture Garden, 15 Σεπτεμβρίου-13 Νοεμβρίου 1988, σ. 45 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Kosme Maria de Barañano, Alberto Giacometti, κατ. έκθ., Μαδρίτη, Museo Nacional Centro de Arte Reina Sofía, 14 Νοεμβρίου 1990-15 Ιανουαρίου 1991, σ. 93 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Yves Bonnefoy, Alberto Giacometti: Biographie d’une oeuvre, Παρίσι, Flammarion, 1991, σσ. 396-397, σ. 400, αρ. 375, εικ. σ. 400
Suzanne Pagé, Alberto Giacometti: Sculptures, peintures, dessins, κατ. έκθ., Παρίσι, Musée d’Art Moderne de la ville de Paris, 30 Νοεμβρίου 1991-15 Μαρτίου 1992, σ. 397 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Thierry Dufrêne, Alberto Giacometti, Portrait de Jean Genet: Le scribe captif, Παρίσι, Adam Biro, 1994, σ. 168 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Casimiro di Crescenzo, Alberto Giacometti: Sculpture, dipinti, disegni, κατ. έκθ., Μιλάνο, Palazzo Reale, 26 Ιανουαρίου-2 Απριλίου 1995, σ. 24 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Toni Stooss και Patrick Elliott, Alberto Giacometti 1901-1965, κατ. έκθ., Βιέννη, Kunsthalle, 24 Φεβρουαρίου-5 Μαΐου 1996, σ. 78 (εικ. άλλου αντιτύπου)
James Lord, Alberto Giacometti, A Biography, Νέα Υόρκη, 1997, σ. 355 (εικ. άλλου αντιτύπου)
David Sylvester, Looking at Giacometti, Λονδίνο, Holt Paperbacks, 1997, σσ. 85, 117 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Jean Soldini, Alberto Giacometti: La Somiglianza introvabile, Μιλάνο, Jaca Book, 1998, σ. 136 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Christian Klemm, Alberto Giacometti, κατ. έκθ., Νέα Υόρκη, The Museum of Modern Art, 11 Οκτωβρίου 2001-8 Ιανουαρίου 2002, σσ. 218, 221 (εικ. άλλου αντιτύπου)
Το 1956 προτείνεται στον Giacometti να εκπροσωπήσει τη Γαλλία στην Biennale της Βενετίας. Αρχίζει αμέσως να δουλεύει στο μικρό ατελιέ του πλάθοντας τον πηλό γύρω από ένα σκελετό κατασκευασμένο από μόνο μία βέργα, ώστε να σχηματίσει τη νηματοειδή φιγούρα μιας γυναίκας. Τα δέκα γύψινα γλυπτά που θα παραχθούν θα πάρουν το όνομα Γυναίκες της Βενετίας, προς τιμήν του τόπου της έκθεσης για την οποία προορίζονται. Δύο χρόνια αργότερα ο Giacometti θα αποφασίσει να χυτεύσει σε μπρούντζο εννέα από αυτές, παράγοντας έξι αντίτυπα για καθεμία. Έτσι, οι Γυναίκες της Βενετίας, όλες σχηματισμένες από ένα και μοναδικό κομμάτι πηλού, ούτε εντελώς όμοιες ούτε εντελώς ανόμοιες μεταξύ τους, αποτελούν παραλλαγές της ίδιας γυναικείας φιγούρας,.
Πολλά τα κοινά τους σημεία: η νηματοειδής σιλουέτα, η στάση των χεριών κατά μήκος του σώματος, το κεφάλι, αναλογικά μικρότερο από την υπόλοιπη ανατομία, τα πλατιά και ενωμένα πόδια, που τους δίνουν μια ελαφριά κλίση προς τα εμπρός. Η ιερατική όψη, το υπερβολικό μήκος του σώματος, η απουσία έκφρασης από τα πρόσωπα τις ανυψώνουν στην τάξη των ειδώλων, θυμίζοντας αναπόφευκτα την κυκλαδική τέχνη και, σε μικρότερο βαθμό, την αιγυπτιακή. Βρισκόμαστε ενώπιον ενός θηλυκού ιδεώδους με την πιο απόλυτη, πιο αινιγματική και πιο απρόσωπη, επίσης, σημασία. Βέβαια ο Giacometti δεν προσπαθούσε να δημιουργήσει ένα νέο πρότυπο ομορφιάς, αλλά μάλλον να συλλάβει τη γυναίκα καταπώς την αντιλαμβάνεται, ανάλογα με το αν ψάχνει σε αυτή την ερωμένη, τη φίλη, τη μητέρα ή απλώς το ανθρώπινο πλάσμα.
Οι διαφορές τους είναι ορατές στο ύψος της σιλουέτας, στο άνοιγμα των χεριών σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα, στο σχήμα του προσώπου και των μαλλιών, στο μέγεθος των μαστών και στην καμπύλη της κοιλιάς, καθώς και στο πάχος της βάσης που τις στηρίζει. Όλες αυτές οι διαφοροποιήσεις εξατομικεύουν την κάθε φιγούρα και την καθιστούν πια όχι είδωλο ή σύμβολο, αλλά γυναίκα πραγματική, ανθρώπινη, με τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Η Γυναίκα της Βενετίας V είναι από τις πιο ρεαλιστικές δημιουργίες του συνόλου. Μικρότερη από την πλειονότητα των υπολοίπων, ξεχωρίζει με τις ηδονικές καμπύλες της: η μέση διαγράφεται καθαρά, το στήθος, οι γοφοί και οι γλουτοί είναι πιο τονισμένοι, το φύλο της προβάλλεται. Το κεφάλι είναι μικρότερο και στενότερο απ’ ό,τι στις άλλες, με πολύ πιο έντονες όμως τις λεπτομέρειες, αφού διακρίνεται μέχρι και η αλογοουρά που σχηματίζεται στη βάση του αυχένα. Η επεξεργασία του γύψου με μαχαίρι, δοσμένη πιστά στην μπρούντζινη εκδοχή, έχει όψη πιο λεία απ’ όσο στις άλλες εκδοχές, ως εάν ο Giacometti να ήθελε να τη δείξει λιγότερο αποσαρκωμένη, με σώμα λιγότερο κατεστραμμένο από των αδελφών της. Αλλά όσο και αν, μετά από προσεκτική εξέταση, μας φαίνεται πιο σάρκινη, ακόμη και μητρική, δεν παύει να φέρει τα ίδια τραύματα με τις άλλες Γυναίκες της Βενετίας και, κατ’ επέκταση, με όλη τη γλυπτική του Giacometti.
.